Τη νομιμότητα της διαδικασίας που ακολούθησε η Επιτροπής Επαγγελματικού Αθλητισμού στην υπόθεση Μαρινάκη αμφισβητεί το μέλος της Επιτροπής, Παναγιώτης Περάκης, με επιστολή που απέστειλε προς τον πρόεδρο της ΕΕΑ, Κωνσταντίνο Παπαλάκη.
Ο κ. Περάκης, προσωπικός σύμβουλος του υφυπουργού Αθλητισμού, Σταύρου Κοντονή και πρόεδρος της Νομοπαρασκευαστικής επιτροπής του νέου αθλητικού νόμου, καταγγέλλει ότι είναι αναληθές ότι προσήλθε την τελευταία στιγμή της σχετικής ψηφοφορίας, στην οποία δεν τον άφησε να πάρει μέρος ο κ. Παπαλάκης και η οποία εν τέλει κατέληξε σε βάρος του προέδρου της ΠΑΕ Ολυμπιακός, Βαγγέλη Μαρινάκη (ο Περάκης δεν ψήφισε και το 4-3 προέκυψε με τη διπλή -αρνητική για Μαρινάκη- ψήφο του προέδρου Παπαλάκη).
Υπενθυμίζουμε ότι μετά τους περιοριστικούς όρους που είχαν επιβληθεί από εισαγγελέα και ανακριτή διαφθοράς στον Βαγγέλη Μαρινάκη για απαγόρευση ενασχόλησής του με το ποδόσφαιρο λόγω της εμπλοκής του στην υπόθεση της «εγκληματικής οργάνωσης», στις 5 Νοεμβρίου η Επιτροπή Επαγγελματικού Αθλητισμού είχε αποφασίσει ότι υπάρχει παραβίαση του αθλητικού Νόμου από την ΠΑΕ Ολυμπιακός και τον πρόεδρό του, επιβάλλοντας συνολικό πρόστιμο 300.000 ευρώ (από 150.000 σε ΠΑΕ και πρόεδρο αντίστοιχα) και ζητώντας την παραίτηση Μαρινάκη από την προεδρία της ΠΑΕ εντός 30 ημερών από την επίσημη ανακοίνωση της απόφασης (9 Δεκεμβρίου).
Η επιστολή του Παναγιώτη Περάκη προς τον πρόεδρο της ΕΕΑ, Κωνσταντίνο Παπαλάκη, αναφέρει:
«Κύριε Πρόεδρε,
Με κατάπληξη πληροφορήθηκα από τον τύπο το φερόμενο ως «πρακτικό» της Επιτροπής σχετικά με την υπόθεση Μαρινάκη.
Περιορίζομαι ν’ ασχοληθώ μόνο με αυτά που με αφορούν και με την εξιστόρηση που αναφέρεται στο πρόσωπό μου, η οποία δεν αποτυπώνει αυτά που στην πραγματικότητα έλαβαν χώρα και διαστρεβλώνει την αλήθεια, κατά τρόπο που να δημιουργούνται κρίσιμα πεπλανημένα συμπεράσματα, τα οποία, εκτός των άλλων, προσβάλλουν την προσωπικότητα και την αξιοπρέπειά μου, κάτι που δεν μπορώ να επιτρέψω.
Συγκεκριμένα, αντίθετα με όσα σχετικώς διαλαμβάνονται στο κεφάλαιο αυτό του «πρακτικού» (σελ. 12 και 13), τα πράγματα έχουν ως εξής:
Είναι απολύτως αναληθές ότι τάχα προσήλθα την τελευταία στιγμή της ψηφοφορίας. Η αλήθεια είναι ότι τη συγκεκριμένη ημέρα, στη συγκεκριμένη συνεδρίαση της 5.11.2015, στην οποία συζητήθηκε μεταξύ των μελών η υπόθεση προκειμένου να ληφθεί απόφαση, ήμουν παρών από την αρχή της (για την ακρίβεια, πριν καν από την έναρξη της συνεδρίασης, πριν μάλιστα από την προσέλευση των περισσοτέρων μελών που παρέστησαν) και έλαβα πρώτος το λόγο επί του θέματος, δηλώνοντας εξ΄αρχής ότι έχω πλήρως ενημερωθεί για την υπόθεση (έχοντας μάλιστα λάβει και φωτοαντίγραφα του σχετικού φακέλου από τα γραφεία της Επιτροπής την προηγουμένη ημέρα, όπως μπορούν να βεβαιώσουν οι υπάλληλοι της Γραμματείας που μ’ εξυπηρέτησαν –νομίζω η Δ. Τριανταφύλλου, παρόντος και του Μπ. Γιωτόπουλου-, των οποίων έκανα χρήση στη συνεδρίαση). Εξέθεσα αναλυτικά τη νομική μου άποψη, καταλήγοντας σε συγκεκριμένη πρόταση. Ακολούθησε ανταλλαγή απόψεων και συζήτηση.
Υπενθυμίζω στο σημείο αυτό ότι, αντίθετα από τις παραπλανητικές εντυπώσεις που δημιουργούνται εις βάρος μου από τα διαλαμβανόμενα στο ανωτέρω «πρακτικό», όχι μόνο ήμουν ενήμερος για την υπόθεση, αλλά με συγκεκριμένη νομική επιχειρηματολογία ήμουν μεταξύ αυτών που, από πολύ καιρό πριν, είχαν διατυπώσει την άποψη ότι η Επιτροπή έπρεπε να διερευνήσει το συγκεκριμένο θέμα, κάτι το οποίο επεσήμανα ξανά στην τοποθέτησή μου. Μάλιστα, όπως επίσης επεσήμανα κατά τη διάρκεια της συνεδρίασης επειδή δεν ήταν σε γνώση όλων των μελών, προς επίσπευση των σχετικών ενεργειών της Επιτροπής και προς διευκόλυνσή σας, ήδη από τα τέλη Ιουλίου, είχα συντάξει και αποστείλει (την 31.7.2015) στη Γραμματεία της Επιτροπής που σας το παρέδωσε, σχέδιο ερωτήματός σας προς τον Ανακριτή. Δηλαδή, όχι μόνο από τη δήλωση στην οποία προέβην κατά την έναρξη της συνεδρίασης ότι έχω πλήρως ενημερωθεί –η οποία, παρά την προφανή και κρίσιμη νομικά και ουσιαστικά σημασία της, ανεπίτρεπτα δεν έχει καταχωρηθεί στο «πρακτικό» αυτό-, αλλά και από όλα τα προαναφερόμενα εύκολα μπορεί να συναγάγει οποιοσδήποτε καλόπιστος και ορθολογικός άνθρωπος ότι ήμουν απόλυτα σε θέση να συμμετάσχω στη λήψη της απόφασης.
Παρά ταύτα, στη ψηφοφορία, παράνομα κατά τη γνώμη μου και αντίθετα με όσα ορίζονται ρητώς στον Κανονισμό της Επιτροπής, αλλά και αντίθετα με την πρακτική που απαρέγκλιτα ακολουθείται συνεχώς 13 ολόκληρα χρόνια, ήτοι, από την ίδρυση της Επιτροπής μέχρι σήμερα, επικαλούμενος για πρώτη φορά μια καινοφανή ερμηνεία του Κανονισμού (θέτοντας έτσι όμως σε αμφισβήτηση και το κύρος δεκάδων ή και εκατοντάδων αποφάσεων της Επιτροπής επί υποθέσεων που την απασχόλησαν για περισσότερες της μίας συνεδριάσεις, όπου πάντοτε στη ψηφοφορία συμμετείχαν τα μέλη που ήταν παρόντα στην τελευταία συνεδρίαση, αυτή της ψηφοφορίας, ακόμη κι αν δεν είχαν συμμετάσχει στις προηγούμενες συνεδριάσεις στις οποίες είχαν ολοκληρωθεί οι ακροάσεις κλπ των εμπλεκομένων, εφόσον βέβαια δήλωναν ότι είχαν ενημερωθεί), δηλώσατε ότι δεν επιτρέπετε να συμμετάσχω και εμμείνατε σταθερά στη θέση αυτή, χωρίς καν να κληθούν να τοποθετηθούν σχετικώς όλοι οι παριστάμενοι ή να τεθεί το θέμα σε ψηφοφορία. Ενόψει αυτού αποχώρησα, πριν από την ολοκλήρωση της συζήτησης, όταν άρχιζε η προφορική ανάπτυξη της εισήγησης.
Κατά την αποχώρησή μου στην αίθουσα ήταν παρόντα και παρέμειναν οκτώ (8) μέλη -τακτικά και αναπληρωματικά- της Επιτροπής (εσείς και οι Αρκούδης, Βάμβουκας, Μανταίος, Μαρούπα, Μπίκος, Παπασπύρου, Σμυρνάκης).
Επισημαίνω, τέλος, για να μη θεωρηθεί ότι η τυχόν συνυπογραφή του «πρακτικού» αυτού από Γραμματέα συνιστά εκ μέρους της επιβεβαίωση των όσων σχετικών με μένα εξιστορούνται σ΄ αυτό, πως όσο τουλάχιστον εγώ ήμουν παρών, Γραμματέας δεν υπήρχε καμία στιγμή στην αίθουσα, από την αρχή της συνεδρίασης, αφού κατά την έναρξή της, χωρίς καμία εξήγηση, δώσατε εντολή στην παριστάμενη υπάλληλο, νομικό, Μ. Γιαννακοπούλου (που κρατά πάντοτε τα πρακτικά των συνεδριάσεων) να αποχωρήσει.
Επειδή, όπως προκύπτει από τα προαναφερόμενα, το συγκεκριμένο «πρακτικό» ουδόλως αποδίδει την πραγματικότητα, σε ο,τι τουλάχιστον με αφορά, σας ζητώ να προβείτε άμεσα στη διόρθωσή του κατά τα ανωτέρω. Ζητώ επίσης, η παρούσα να τεθεί υπόψη όλων των αναφερόμενων παραπάνω μελών της Επιτροπής που ήταν παρόντα στη συνεδρίαση, ώστε να επιβεβαιώσουν τι στ΄ αλήθεια συνέβη και τι όχι.
Επαναλαμβάνω ότι περιορίζομαι ν’ αναφερθώ μόνο στα παραπάνω, που είναι τα απολύτως απαραίτητα για την αποκατάσταση της αλήθειας σε ο,τι με αφορά και να μην ασχοληθώ περαιτέρω με το περιεχόμενο του εν λόγω «πρακτικού», σεβόμενος την εν γένει διαδρομή σας και τις δύσκολες μάχες που έχουμε δώσει μαζί, σε πολύ πιο δύσκολες υποθέσεις από τη συγκεκριμένη,. Όπως και να μην αναφέρω το λόγο για τον οποίο από ένα συγκεκριμένο σημείο και μετά, πράγματι αποστασιοποιήθηκα από τα δρώμενα της Επιτροπής (χωρίς ποτέ όμως να παύσω να στηρίζω το ρόλο και τις αποφάσεις της).
Στη συγκεκριμένη συνεδρίαση αποφάσισα, μετά από πολλή σκέψη, αλλά και προτροπές μελών της Επιτροπής, να έλθω, όπως είχα αναμφισβήτητο δικαίωμα να κάνω, διότι, σε μια υπόθεση όπως αυτή που παρουσίαζε ιδιαίτερο ενδιαφέρον, με την οποία μάλιστα εγώ είχα πρωτοστατήσει ν΄ ασχοληθεί η Επιτροπή μας, προέκρινα τελικά ότι το σωστό ήταν να μην απουσιάζω κατά τη λήψη της απόφασης, αλλά να συμμετάσχω στη διαμόρφωση μιας νομικά ορθής και ισχυρής θέσης της Επιτροπής, αναλαμβάνοντας και τη σχετική ευθύνη, όπως πάντοτε ξέρετε ότι έχω κάνει, τόσο σε όλες τις σημαντικές υποθέσεις που χειριστήκαμε μαζί το πρόσφατο χρονικό διάστημα, αλλά και πολλές άλλες φορές κατά το παρελθόν, μακριά από ανέξοδες απουσίες ή βολικούς συμψηφισμούς, με μόνο γνώμονα πάντοτε το νόμο. Αυτό αποφάσισα να κάνω και στη συγκεκριμένη υπόθεση, δεδομένου μάλιστα ότι είχα διαμορφώσει πλήρη άποψη επί των δυσχερών πράγματι και πρωτότυπων νομικών ζητημάτων που η υπόθεση αυτή έθετε, άποψη την οποία εξάλλου σας είχα προσωπικά εκθέσει.
Θλίβομαι ειλικρινά για τη μεταχείριση που μου επιφυλάξατε και για το ότι με αναγκάζετε να αποστείλω την παρούσα επιστολή-αίτησή μου.
Αθήνα, 14.12.2015
Παναγιώτης Περάκης
Μέλος της ΕΕΑ