Ένα από τα πιο ενδιαφέροντα στοιχεία της συνεργασίας του ΣΥΡΙΖΑ με τους Ανεξάρτητους Έλληνες ήταν ότι ποτέ, καμία από τις δύο πλευρές δεν προσπάθησε ποτέ να την εξηγήσει ιδεολογικά, σε αντίθεση με άλλες εκδοχές πολιτικών συνεργασιών που κατά καιρούς προτάθηκαν όπως οι «δημοκρατικές δυνάμεις» που στηρίχτηκαν και σε στοιχεία ιδεολογικά
Ένα από τα πιο ενδιαφέροντα στοιχεία της συνεργασίας του ΣΥΡΙΖΑ με τους Ανεξάρτητους Έλληνες ήταν ότι ποτέ, καμία από τις δύο πλευρές δεν
προσπάθησε ποτέ να την εξηγήσει ιδεολογικά, σε αντίθεση με άλλες εκδοχές πολιτικών συνεργασιών που κατά καιρούς προτάθηκαν όπως οι «δημοκρατικές δυνάμεις» που στηρίχτηκαν και σε στοιχεία ιδεολογικά.
Εδώ εξαρχής και οι δύο πλευρές παρουσίασαν τη συνεργασία τους με όρους ενός «γάμου κομματικού συμφέροντος» έστω και εάν το παρουσίασαν σαν εθνικό συμφέρον.
Τώρα φαίνεται ότι μπροστά στις εκλογές η ιδιότυπη αυτή πολιτική συνεργασία φτάνει προς το τέλος της μαζί με τα μνημόνια που υποτίθεται άλλωστε, ότι ήταν και ο λόγος της αμοιβαίας προσέγγισης.
Όμως, σε αντίθεση με τους κλασικούς «γάμους συμφέροντος», φαίνεται το διαζύγιο θα διανθιστεί με διάφορα στοιχεία ιλαροτραγωδίας. Το απέδειξαν οι πρωταγωνιστές το προηγούμενο διάστημα, το επιβεβαίωσε και ο Αλέξης Τσίπρας χθες που εκθείασε τον Καμμένο, είπε ότι σέβεται την άποψή του αλλά του έστειλε και το ψευτοτελεσίγραφο να αποφασίσει να τον στηρίξει αλλιώς θα πάει σε εκλογές. Εκεί όπου ξέρει ότι οι ΑΝΕΛ δεν θα υπάρχουν, άρα και ο Καμμένος θα κάνει την ανάγκη φιλοτιμία.
Γιατί ο Πάνος Καμμένος έπρεπε να είναι αντίθετος με τη συμφωνία των Πρεσπών
Στην πραγματικότητα ο Πάνος Καμμένος ήξερε ότι η συνεργασία με τον ΣΥΡΙΖΑ ούτως ή άλλως θα τελείωνε με τις επόμενες εκλογές.
Η πλευρά του ΣΥΡΙΖΑ είχε κάνει σαφές ότι κυρίως ενδιαφερόταν να ανασυνθέσει μια σύγχρονη εκδοχή κεντροαριστεράς και να καταλάβει πλήρως το χώρο που παραδοσιακά καταλάμβανε το ΠΑΣΟΚ, με ένα μίγμα νεοφιλελεύθερης οικονομικής πολιτικής, επιδοματικού «κοινωνικού προσώπου» και μεγάλης έμφασης στα δικαιώματα.
Ο Πάνος Καμμένος, που δεν θα μπορούσε πια να διεκδικεί την αύρα του «αντιμνημονιακού κινήματος», έπρεπε κάπως να αναβαπτιστεί ως παραλλαγή «πατριωτικής δεξιάς».
Γι’ αυτό το λόγο παρά τον εμμονικό σχεδόν φιλοαμερικανισμό του – και την αγάπη του για τον Τραμπ – δεν μπορούσε παρά να είναι αντίθετος στη Συμφωνία των Πρεσπών, εάν ήθελε κάπως να διατηρήσει έστω και μέρος του ακροατηρίου του, που ούτως ή άλλως δεν του συγχωρούσε το κοινωνικό κόστος των μνημονιακών μέτρων που είχε συνυπογράψει.
Όμως, δεν μπορούσε και εύκολα να απεγκλωβιστεί από την κυβέρνηση, εφόσον εδώ και καιρό πολιτική κάνει κυρίως μέσα από τα πλεονεκτήματα και τα «ανοίγματα» που του έδινε η συμμετοχή στην κυβέρνηση, ενώ το ίδιο ίσχυε και για τα περισσότερα προβεβλημένα στελέχη των ΑΝΕΛ, τα περισσότερα από τα οποία κατείχαν πλέον και υπουργικούς θώκους.
Αυτό οδήγησε σε μια πραγματικά σουρεαλιστική κατάσταση όπου ο Πάνος Καμμένος κατήγγειλε διαρκώς τις αποφάσεις μιας κυβέρνησης στην οποία ο ίδιος συμμετείχε ενεργά και συνυπέγραφε συμπεριλαμβανομένων και των εξουσιοδοτήσεων για τη διαπραγμάτευση και σύναψη της Συμφωνίας των Πρεσπών.
Οι τραγελαφικοί χειρισμοί
Από τη στιγμή που ο Πάνος Καμμένος και οι ΑΝΕΛ δεν έκαναν αυτό που θα αναλογούσε σε μια υποτιθέμενη στάση αρχών, δηλαδή να αποσυρθούν από την κυβέρνηση εγκαίρως και μάλιστα να στηρίξουν τυχόν πρόταση δυσπιστίας, ώστε να ανακοπεί η πορεία προς τη σύναψη και τελικά κύρωση της συμφωνίας, οι χειρισμοί θα ήταν αναγκαστικά τραγελαφικοί.
Τη μία ο Πάνος Καμμένος ανήγγειλε αποχώρηση πριν τη συμφωνία, την άλλη μετά, τη μία υποσχόταν ότι θα τη μπλοκάρει με κάθε μέσο, την άλλη ότι απλώς θα παραιτηθεί μετά, τη μία εγγυόταν ότι δεν θα περάσει, την άλλη ότι απλώς δεν θα ήταν συνένοχος.
Συχνά τη σκυτάλη έπαιρναν και άλλα στελέχη των ΑΝΕΛ που ενίοτε τράβαγαν και πιο πέρα τη «γραμμή», για να υπαναχωρήσουν σε χαμηλότερους τόνους μετά.
Κάποια στιγμή αισθάνθηκε ότι θα μπορούσε να ήταν δικαιωμένος, όταν φάνηκε ότι μπορεί και να μην προχωρούσε στην ΠΓΔΜ η συμφωνία, αλλά μετά τα πράγματα έγιναν ξανά δύσκολα. Ο Αλέξης Τσίπρας δεν είχε πρόβλημα ακόμη και να εξωθήσει τον υπουργό Εξωτερικών Νίκο Κοτζιά σε παραίτηση, στην αντιπαράθεσή του ενός υπουργικού συμβουλίου με τον Καμμένο, όμως δεν είχε καμία διάθεση να αλλάξει ρότα. Άλλωστε, το πολιτικό κόστος το είχε ήδη πληρώσει, οι ΗΠΑ πίεζαν και ο ίδιος θέλει να παίζει το χαρτί ότι «υλοποιεί αυτά που εξαγγέλλει»
Και κάπου εκεί ο Πάνος Καμμένος κατάλαβε ότι τα πράγματα δεν θα ήταν τόσο εύκολα…
Η ανύπαρκτη συνοχή των ΑΝΕΛ
Σταδιακά ο αρχηγός των ΑΝΕΛ άρχισε να αντιλαμβάνεται ότι τα πράγματα δεν ήταν και τόσο δεδομένα στο κόμμα του. Η συσπείρωση γύρω από τους ΑΝΕΛ φάνηκε να περιορίζεται σημαντικά και σε επίπεδο κοινοβουλευτικής ομάδας.
Αυτό επιτεινόταν και από μια κρίσιμη διαπίστωση: οι ΑΝΕΛ δύσκολα θα έμπαιναν στη βουλή στις επόμενες εκλογές. Οι δημοσκοπήσεις άρχισαν όλες να δείχνουν ότι τα πράγματα θα ήταν πολύ δύσκολα.
Αυτό γεννούσε αντικειμενικά τον πειρασμό σε προβεβλημένα κοινοβουλευτικά στελέχη των ΑΝΕΛ να στηρίξουν την κυβέρνηση, να διατηρήσουν θώκους και μεταπηδώντας στις εκλογικές λίστες του ΣΥΡΙΖΑ να συνεχίσουν και την κοινοβουλευτική τους θητεία.
Από τη μεριά του ο ΣΥΡΙΖΑ και η ηγεσία του, χωρίς ποτέ να «αδειάζει» κεντρικά τον υπουργό Εθνικής Άμυνας, είναι σαφές ότι έχουν εργαστεί σε αυτή την κατεύθυνση, τόσο για να εξασφαλίσουν πλειοψηφία υπέρ της συμφωνίας όσο και δυνάμει πλειοψηφία στήριξης της κυβέρνησης και των πρωτοβουλιών της εάν επιλέξει ο Πάνος Καμμένος την «ηρωική έξοδο».
Η ώρα της αλήθειας
Όμως, ο πολιτικός χρόνος είναι αμείλικτος και συχνά δεν λαμβάνει υπόψη του τις ευαισθησίες των πολιτικών.
Και έτσι στο βαθμό που στη γειτονική χώρα τελικά η Συμφωνία των Πρεσπών δείχνει να προχωράει κανονικά και να οδεύει προς την τελική επικύρωση, το βάρος πέφτει στην ελληνική κυβέρνηση να προχωρήσει και αυτή στην κύρωση της συμφωνίας.
Μόνο που αυτό σημαίνει και την «ώρα της αλήθειας» για τον Πάνο Καμμένο, που ξέρει ότι οποιαδήποτε εκδοχή ακόμη και αξιοπρεπούς αποτυχίας στις επερχόμενες εκλογές προϋποθέτει να δείξει ότι όντως σε κάποιο επίπεδο δοκίμασε να αποτρέψει την κύρωση της Συμφωνίας των Πρεσπών.
Όμως, την ίδια στιγμή η κυβέρνηση Τσίπρα πίεζε ώστε η όποια διαφοροποίηση να μη διακυβεύσει τη συμφωνία, την ώρα που ταυτόχρονα εμμέσως εξωθούσε τον πρόεδρο των ΑΝΕΛ, εφόσον ουσιαστικά, τόσο με την εξασφάλιση 151 βουλευτών υπέρ της συμφωνία αλλά και την πολιτική απόφαση να αξιοποιήσουν το «γράμμα» του συντάγματος και να μείνουν στην εξουσία ακόμη και ως κυβέρνηση μειοψηφίας, ήταν ως του έλεγε ότι είναι έτοιμοι να κυβερνήσουν και χωρίς αυτόν.
Από τη στιγμή μάλιστα που διαφάνηκε ότι η κύρωση θα πρέπει να γίνει έγκαιρα και στην Ελλάδα και όχι σε έναν πιο εύθετο και για τους δύο κυβερνητικούς εταίρους χρόνο, η αντίστροφη μέτρηση είχε ουσιαστικά ξεκινήσει.
Μια πολιτική ιλαροτραγωδία
Ο ΣΥΡΙΖΑ έκανε σαφή την πρόθεσή του τόσο με τις δηλώσεις του πρωθυπουργού ότι ο Πάνος Καμμένος «το έχει πάρει απόφαση» για τη συμφωνία των Πρεσπών, όσο και με την τοποθέτηση ότι υπάρχει περιθώριο για κυβέρνηση ανοχής και για πλειοψηφία 151 όποτε αυτή χρειαστεί, την ίδια ώρα που ο Πάνος Καμμένος γνώριζε ότι το εναπομείναν εκλογικό του ακροατήριο δύσκολα θα συγχωρούσε συμπόρευση με τη ΝΔ σε πρόταση δυσπιστίας.
Ο Πάνος Καμμένος θεώρησε ότι έπρεπε να αντιδράσει και έγκαιρα να δώσει υλική υπόσταση στη θέση ότι αυτός θα αναλάβει το κόστος, θα παραιτηθεί από υπουργός και θα αποχωρήσει από την κυβερνητική πλειοψηφία μόλις ψηφιστεί η Συμφωνία των Πρεσπών.
Θέλησε όμως να δείξει ότι η επιλογή του θα έχει πραγματικό αντίκτυπο και ότι πραγματικά εχθρεύεται τη συμφωνία. Βέβαια από την άλλη ηχεί τουλάχιστον παράδοξο να καθυβρίζει τον τέως υπουργό Εξωτερικών Νίκο Κοτζιά, που διαπραγματεύτηκε τη συμφωνία, αλλά ουδέποτε να διατυπώνει κάποιο χαρακτηρισμό για τον πρωθυπουργό που σε τελική ανάλυση έχει την ευθύνη. Αυτό οδηγεί στην αντίφαση ανάμεσα σε δηλώσεις για τον «ολετήρα» Κοτζιά και την επιμονή στην καλή σχέση με τον Τσίπρα.
Εκεί είναι που άρχισαν τα δύσκολα. Ο ίδιος ο Τσίπρας του απάντησε ότι δεν δειλιάζει μπροστά στο κόστος και το ρίσκο, ενώ ο επικοινωνιακός μηχανισμός του ΣΥΡΙΖΑ άρχισε να εντατικοποιεί την προπαγάνδα πάνω στη δυνατότητα κυβέρνησης ανοχής.
Ο Πάνος Καμμένος προσπάθησε τότε να κάνει έστω και πρόωρα τη δική του κίνηση εξαγγέλλοντας τη συνεδρίαση της ΚΟ των ΑΝΕΛ για να πάρουν θέση, την ώρα που ο πρωθυπουργός του πρότεινε συνάντηση (αλλά ανακοίνωνε και συνέντευξη στην τηλεόραση).
Μπροστά στην αίσθηση ότι ίσως και τα πράγματα να πήγαιναν και σε μια πρόωρη ρήξη, άρχισαν διάφοροι χειρισμοί και από την κυβερνητική πλευρά. Ο Καμμένος πείστηκε να μη δώσει συνέντευξη, το ραντεβού με τον Τσίπρα μπήκε για πιο μετά και η κυβέρνηση διευκόλυνε τον ΥΠΕΘΑ σε σχέση με τη διαβόητη τροπολογία για τα αντισταθμιστικά ωφελήματα.
Όμως, την ίδια στιγμή ο Καμμένος διαπίστωνε ότι η κατάσταση στην ΚΟ δεν είναι και αυτή που θα ήθελε. Μπορεί η συνεδρίαση να αναβλήθηκε επειδή καθυστέρησε η συζήτηση στη Βουλή για τη διαβόητη τροπολογία, όπου υποχρεώθηκε σε μερική αναδίπλωση δεχόμενο έντονη κριτική και από βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ όπως ο Νίκος Φίλης, όμως ούτως ή άλλως ούτε η υπουργός Έλενα Κουντουρά θα παρευρίσκετο, ούτε ο υφυπουργός Βασίλης Κόκκαλης, την ώρα που ο Θάνος Παπαχριστόπουλος έχει ουσιαστικά αποχωρήσει ο Κώστας Ζουράρις δεν σκοπεύει να καταψηφίσει την κυβέρνηση και οι εξωκοινοβουλευτικοί υπουργοί των ΑΝΕΛ σαφώς έχουν πει ότι θα παραμείνουν στη Βουλή.
Όλα αυτά σημαίνουν ότι ακόμη και εάν πραγματοποιήσει την απειλή του, ο αντίκτυπος δεν θα είναι πολύ μεγάλος.
Και έτσι πια από την ουσία των όρων της συνοχής της κυβέρνησης, έχουμε περάσει στο να ασχολούμαστε με το θέαμα ενός προαναγγελθέντος πολιτικού διαζυγίου σε πραγματικό (και τηλεοπτικό) χρόνο.
Είναι προφανές ότι μια κυβέρνηση που στηρίζεται σε έναν εταίρο που είναι με το ένα πόδι εκτός διακυβέρνησης, μια συνεργασία κομμάτων που ιδεολογικά δεν τους ενώνει σχεδόν τίποτα και δύο ηγέτες που η συνεργασία τους ουδέποτε καθοδηγήθηκε από κάποιο όραμα με τη χώρα, είναι μια κυβέρνηση με αντικειμενικό ζήτημα νομιμοποίησης.
Όμως, η ευθύνη για αυτό δεν είναι μόνο του Πάνου Καμμένου. Είναι και του Αλέξη Τσίπρα. Γατί και αυτός όχι μόνο αποδέχτηκε να συγκυβερνά με την πολιτική λογική και αισθητική του Πάνου Καμμένου, αλλά και τον διευκόλυνε σε κρίσιμες στιγμές και αυτή τη στιγμή αποτελεί επίσης μέρος αυτής της ιλαροτραγωδίας με τον Πάνο Καμμένο που μένει για να φύγει και φεύγει για να μείνει.