Κούρκουλος, Κωνσταντάρας, Στεφανάκος: Οι ωραίοι ξέρουν κι από μπάλα
Η πρωτοποριακή ταινία του Βασίλη Γεωργιάδη «Οι Άσσοι των Γηπέδων» ήταν μια ευκαιρία να δοκιμάσουν την τέχνη τους στο πανί μερικοί από τους πιο δεινούς μπαλαδόρους της δεκαετίας του ’50.
Η ιστορία της ταινίας, για όσους δεν θυμούνται, αφορά μια ακόμα από τις «αμαρτίες» της γιαγιάς ΕΠΟ, θύμα της οποίας υπήρξε κυρίως ο Αντρέας Μουράτης αλλά και άλλοι ποδοσφαιριστές της Εθνικής Ελλάδος την εποχή εκείνη. Αρκετοί από αυτούς έγιναν αίφνης πρωταγωνιστές στο πανί σε αυτή την ταινία που θυμίζει έντονα νεορεαλιστικό κινηματογράφο. Ανάμεσά τους ο γνωστός μας Λάκης Πετρόπουλος ήταν ίσως ο ιδανικός ζεν πρεμιέ.
Λίγα χρόνια αργότερα θα τον ξεπεράσει σε δημοφιλία ένας άλλος «ωραίος» του ποδοσφαίρου, ο Μίμης Στεφανάκος, ο ερυθρόλευκος βράχος, που θα πρωταγωνιστήσει σε αρκετές ταινίες. Ενδιάμεση περίπτωση και λιγότερο γνωστή είναι αυτή του Νίκου Κούρκουλου.
Παθιασμένος με τον αθλητισμό και ειδικά με το ποδόσφαιρο ο εθνικός μας σταρ θα ενταχθεί στο δυναμικό του Παναθηναϊκού στα μέσα της δεκαετίας του ’50 και θα αγωνιστεί ως σέντερ μπακ. Στη συνέχεια θα τον κερδίσει το σανίδι και η υποκριτική. Ο θαυμασμός του για τον Μάνο Κατράκη και το ανέφικτο δύο στόχων σε μια ζωή τον οδήγησαν να εγκαταλείψει την μπάλα και να αφήσει απότομα στο σκοτάδι τα ποδοσφαιρικά του όνειρα.
Βίοι παράλληλοι για Κούρκουλο και Λάμπρο Κωνσταντάρα. Ο… Λάμπρος του ελληνικού κινηματογράφου, γιος φανατικού Ολυμπιακού, αγωνίστηκε ως τερματοφύλακας στην ομάδα της ΑΕΚ, μολονότι συνήθως ήταν αναπληρωματικός. Κι ο Κωνσταντάρας όμως κρέμασε γρήγορα τα γάντια του πορτιέρε και αφοσιώθηκε στην υποκριτική τέχνη.
Η συνέχεια τον δικαίωσε απόλυτα. Σήμερα κανείς δεν θυμάται τον Κούρκουλο ή τον Κωνσταντάρα ως ποδοσφαιριστές. Ή παπάς παπάς ή ζευγάς ζευγάς.