Η αθηναϊκή κοινωνία του μεσοπολέμου τον γνώρισε ως λαμπρό τενόρο της οπερέτας σε μια εποχή που το είδος αυτό άρχιζε πια να παρακμάζει.

Ο Ορέστης Μακρής, βετεράνος της μικρασιατικής εκστρατείας, και απόφοιτος του Ωδείου 



Αθηνών έθελγε με τη φωνή τενόρου και το παράστημά του. Ήταν άλλωστε ένας από τους πρώτους που ηχογράφησε τραγούδια στη νεοσύστατη Κολούμπια της δεκαετίας του '30.Το 1932 εγκατέλειψε την οπερέτα και μεταπήδησε στην επιθεώρηση. Λένε πως ο άνθρωπος που τον παρότρυνε ήταν ο Αιμίλιος Βεάκης όταν τον είδε να μιμείται τον μεθυσμένο στην παρέα. Στο έργο "Ο Παπαγάλος" ερμήνευσε για πρώτη φορά τον ρόλο του μεθύστακα στο νούμερο "με λεν μπεκρή!" και χάλασε κόσμο. Ο ίδιος ισχυριζόταν πως είχε αντιγράψει τις κινήσεις και την συμπεριφορά ενός μπεκρή τον οποίο είδε να περιπλανιέται στα σοκάκια της Πλάκας.

Τότε δεν είχε διανοηθεί ότι ο ρόλος αυτός θα τον στοίχειωνε καλλιτεχνικά, δημιουργώντας ένα ανεπανάληπτο αρχέτυπο. Το 1949 κλήθηκε να ενσαρκώσει αυτό το ρόλο στον κινηματογράφο. Επρόκειτο για μια παραγωγή της Φίνος Φιλμ με τίτλο "Ο Μεθύστακας" σε σκηνοθεσία Γιώργου Τζαβέλλα που χάλασε κόσμο. Και να φανταστεί κανείς πως ο Φίνος δεν πίστευε στις ικανότητές του και τον αποκάλεσε "κάφρο" πράγμα που το έφερε βαρέως ο Μακρής και λίγο έλειψε να αρπαχτούν. Γεγονός είναι ότι η ταινία αυτή άνοιξε διάπλατα τη λεωφόρο της κινηματογραφικής δόξας στον μεγάλο ηθοποιό, που στη συνέχεια πέρασε με ανάλογη επιτυχία και στην κωμωδία.

Δεν κατάφερε ποτέ όμως να απαλλαγεί από τη "ρετσινιά" του μεθύστακα και τον βλέπουμε σε κατοπινές ταινίες να επιστρέφει στα μπεκρολογήματα, όπως στην ταινία "Της νύχτας τα καμώματα" του 1957, σε σκηνοθεσία Αλέκου Σακελλάριου.

Το παράδοξο βέβαια είναι ότι ο Μακρής, αυτός ο υπέροχος κινηματογραφικός "μπεκρής" δεν έβαζε γουλιά στο στόμα του. Κι είναι η ανεξήγητη ειρωνεία που γεννά ο κινηματογράφος σε σχέση με την πραγματικότητα.