Η τραγωδία στο Μάτι και η ενεργοποίηση των Ενόπλων Δυνάμεων, προκειμένου να αντιμετωπισθούν οι έκτακτες συνθήκες που προέκυψαν από τον πύρινο όλεθρο, αποτελούν ακόμα ένα επεισόδιο το οποίο υποδηλώνει τις συνθήκες οιονεί κατάρρευσης του υπόλοιπου
κρατικού μηχανισμού. Ο Στρατός Ξηράς, το Πολεμικό Ναυτικό, η Πολεμική Αεροπορία έχουν μετατραπεί στο υποκατάστατο ενός κράτους το οποίο αδυνατεί να αντεπεξέλθει στα βασικά καθήκοντά του: την παροχή πολιτικής προστασίας, τα δημόσια έργα, τις εργασίες αποκατάστασης υποδομών, το προσφυγικό ακόμη και τη μεταφορά ιατρικών αποβλήτων. Φυσικά, μέρος αυτών των δραστηριοτήτων είναι απολύτως φυσιολογικό να βρίσκεται από την αιγίδα των Ε.Δ. και να διεκπεραιώνεται από τους κλάδους τους. Μέρος αυτών είναι, προφανώς, η ευθύνη για τα εναέρια πυροσβεστικά μέσα. Ωστόσο, πλέον, φαίνεται ότι ο σταθερός και λειτουργικός μηχανισμός που διαθέτει το στράτευμα σε όλη την έκταση της χώρας αποτελεί την εύκολη λύση όχι μόνο για την κεντρική κυβέρνηση αλλά και τους δήμους.
Τελευταίο παράδειγμα είναι η δρομολόγηση αρματαγωγών για τη μεταφορά νοσοκομειακών αποβλήτων από τα Δωδεκάνησα έπειτα από πολύμηνες διαπραγματεύσεις ανάμεσα στο υπουργείο Εθνικής Αμυνας, το υπουργείο Υγείας και την Περιφέρεια Δωδεκανήσων, παρά τις ενστάσεις που διατυπώθηκαν από τα στρατιωτικά στελέχη για την καταλληλότητα των αρματαγωγών να μεταφέρουν απόβλητα υψηλής τοξικότητας. Πρακτικά, η συγκεκριμένη επιλογή έγινε προκειμένου να αποφευχθεί η μίσθωση πλοίων και οχημάτων που είναι ενδεδειγμένα για τέτοιου τύπου μεταφορές. Η συγκεκριμένη περίπτωση δεν είναι η μοναδική.
Πριν από λίγες ημέρες, έφθασαν ξανά στο υπουργείο Εθνικής Αμυνας αιτήματα από τους Δήμους Μάνδρας και Ειδυλλίας για τη διάνοιξη οδών στην περιοχή που τους τελευταίους μήνες έχει καταστραφεί δύο φορές από πλημμύρες. Και στη συγκεκριμένη περίπτωση, το υπουργείο Υποδομών και η Περιφέρεια Αττικής απουσιάζουν, με αποτέλεσμα οι τοπικοί άρχοντες να στρέφονται στον Στρατό. Αρχικά η ΜΟΜΚΑ (Μονάδα Μελετών και Κατασκευών, άλλοτε ΜΟΜΑ), στην οποία πρακτικά απευθύνονται όλα αυτά τα αιτήματα, ανασυγκροτήθηκε προκειμένου να αντιμετωπιστούν ελλείψεις που υπάρχουν σε απομακρυσμένες περιοχές. Η διάνοιξη και ασφαλτόστρωση οδών σε νησιά ή παραμεθόριες, ορεινές περιοχές θεωρούνται από τα στελέχη ως φυσιολογικές, καθώς, συχνά αυτού του τύπου τα έργα είναι πολύ μικρά και υπήρχε πραγματική αδυναμία των μικρών δήμων να τα καταφέρουν. Η ενεργοποίηση, όμως, της ΜΟΜΚΑ για εργασίες λίγα χιλιόμετρα από το κέντρο της Αθήνας μαρτυρά ουσιαστικές αδυναμίες του κράτους.
Παρά το γεγονός ότι τα περισσότερα αιτήματα αποκρούονται, οι πιέσεις είναι διαρκείς και δεν προέρχονται αποκλειστικά και μόνον από την Τοπική Αυτοδιοίκηση.
Πιέσεις από παντού
Ουκ ολίγα κυβερνητικά στελέχη, αδυνατώντας να αξιοποιήσουν τους διαλυμένους μηχανισμούς των υπουργείων τους, ασκούν πίεση στο υπουργείο Εθνικής Αμυνας προκειμένου να καλύψουν τις ελλείψεις τους. Παράδειγμα είναι τα κινητά ιατρεία. Παλιότερα, ήταν ένας τρόπος για να αντιμετωπιστούν έκτακτα περιστατικά σε νησιά και δύσβατες περιοχές. Πλέον οι στρατιωτικοί ιατροί καλύπτουν ολοένα και περισσότερες ανάγκες, οι οποίες σε ορισμένες περιπτώσεις θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν και βασικές. Επίσης, οι Ε.Δ. πραγματοποιούν το σύνολο των αεροδιακομιδών ανά την Ελλάδα, ενώ δίχως τη συνδρομή τους είναι πολύ δύσκολη η διεκπεραίωση επιχειρήσεων έρευνας και διάσωσης, ακόμα και από το πολύ έμπειρο προσωπικό του Λιμενικού.
Μία από τις μεγαλύτερες επιβαρύνσεις παραμένει ο κεντρικός συντονιστικός ρόλος που έχουν αναλάβει στο προσφυγικό. Οι Ε.Δ. διαχειρίζονται 31 δομές φιλοξενίας προσφύγων και μεταναστών. Σε αυτές, με βάση τα τελευταία στοιχεία (26 Ιουλίου), φιλοξενούνται 29.045 άτομα, σχεδόν 4.000 περισσότεροι από την πραγματική δυναμικότητά τους, κυρίως στη Λέσβο, στη Σάμο, στη Χίο, στην Κω και στα Διαβατά. Σε αυτές τις δομές, εκτός από την παροχή συσσιτίων, η υγειονομική περίθαλψη των προσφύγων και μεταναστών έχει αναληφθεί σχεδόν εξ ολοκλήρου από τους γιατρούς και τους νοσηλευτές των Ενόπλων Δυνάμεων.
Το τελευταίο παράδειγμα αποτελεί απλώς επιβεβαίωση μιας τάσης την οποία οι έμπειροι αξιωματικοί γνωρίζουν καλά. Οι Ε.Δ. καλούνται να συνδράμουν σε έκτακτες συνθήκες και, σε γενικές γραμμές, αυτό είναι κατανοητό, αν όχι φυσικό, από τους περισσότερους. Το πρόβλημα είναι ότι στη συνέχεια η κατάσταση αυτή μονιμοποιείται, με τα επιτελικά γραφεία των αρχηγών ΓΕΕΘΑ, ΓΕΣ, ΓΕΝ και ΓΕΑ να μετατρέπονται, εν πολλοίς, σε γραφεία διαχείρισης κρίσεων που έχουν μικρή σχέση με το βασικό καθήκον τους.
Αμερικανική βοήθεια από αέρος στις δύο φωτιές
Καναντέρ και φρεγάτα επιτηρούν στο Μάτι, την επομένη της καταστροφής.
Ουκ ολίγα έμπειρα στελέχη στο υπουργείο Εθνικής Αμυνας αντιλαμβάνονται τη διαχείριση των αποτελεσμάτων τόσων διαφορετικών και πολλαπλών κρίσεων ως εμπειρία που παραπέμπει στην αντιμετώπιση φαινομένων υβριδικού πολέμου.
Ωστόσο, από τις ελληνικές Ενοπλες Δυνάμεις απουσιάζουν τα προηγμένα τεχνολογικά μέσα. Τα διαθέτουν, όμως, συμμαχικές χώρες, όπως οι ΗΠΑ. Ο πύρινος όλεθρος στο Μάτι και οι καταστροφικές πυρκαγιές στην Κινέτα έγιναν αφορμή και για μια πρώτη συνεργασία με τις αμερικανικές Ενοπλες Δυνάμεις.
Πρακτικά οι Αμερικανοί παρείχαν στο υπουργείο Εθνικής Αμυνας, έπειτα από άμεση συνεννόηση ανάμεσα στον πρέσβη των ΗΠΑ Τζέφρεϊ Πάιατ και στον υπουργό Εθνικής Αμύνης Πάνο Καμμένο, την από αέρος δυνατότητα αποτύπωσης της επιχειρησιακής κατάστασης στην Κινέτα και στο Μάτι.
Το drone και το P-8
Επί τούτω, ένα drone τύπου MQ-9 Reaper απογειώθηκε από την 110 Πτέρυγα Μάχης στη Λάρισα, όπου η αμερικανική αεροπορία διαθέτει βάση συντήρησης και υποστήριξης των συγκεκριμένων μη επανδρωμένων αεροσκαφών. Το αμερικανικό drone κατέγραψε την κατάσταση στο έδαφος, όπως άλλωστε και ένα αεροσκάφος ναυτικής συνεργασίας (του αμερικανικού Ναυτικού) τύπου P-8 Poseidon, το οποίο είχε απογειωθεί από την Ιταλία.
Η συγκεκριμένη δράση αποτελεί, σύμφωνα με ορισμένες πηγές, μια πρώτη πρόβα για τον τρόπο με τον οποίο θα μπορούσε να εξελιχθεί η ολοένα και στενότερη συνεργασία ανάμεσα στις Ενοπλες Δυνάμεις ΗΠΑ και Ελλάδας.
Εν ολίγοις, οι Αμερικανοί εκφράζουν έτσι την πρόθεσή τους να συνδράμουν την Ελλάδα όχι μόνο σε επίπεδο επιχειρησιακής εκπαίδευσης, αλλά και στην ενίσχυση της πολιτικής προστασίας, εφόσον, βεβαίως, κάτι τέτοιο ζητηθεί από την Αθήνα. Τέτοιο αίτημα, προφανώς και υπήρξε από την πλευρά του υπουργείου Εθνικής Αμυνας στη συγκεκριμένη περίπτωση.
Αντιθέτως, από την Αθήνα δεν ζητήθηκε η βοήθεια του πληρώματος της ναυαρχίδας του έκτου στόλου «USS Mount Whitney», η οποία ήταν ελλιμενισμένη στον Πειραιά για το μεγαλύτερο μέρος της εβδομάδας που πέρασε, προτού συνεχίσει τις δραστηριότητές της ανάμεσα στην Ανατολική Μεσόγειο και τη Μαύρη Θάλασσα.