Τρίτη 13 Αυγούστου 2013

Πάνο Ηλιακόπουλε Αντί να μας μπερδεύεις με ακαταλαβίστικα εμείς απλά ρωτάμε Τι έγινε με την λογίστρια του καζίνου



Διαβάζω στο μπλοκ του Κουβαδάκια ένα Κουίζ και δυο ρήσεις κάποιων που τους κρατά πάντα στην ανωνυμία  που βρήκε μάλιστα και ειδική λέξη για να τους χαρακτηρίζει {ανωνυμοποίηση} μια και τα περισσότερα γραφτά του βασίζονται  εκεί
 ΚΟΥΙΖ 2
Ποιά συνολάκια θα σε κρεμάσουν στα μανταλάκια και θα γελάει κάθε πικραμένος σ’ ολόκληρο το πανελλήνιο;
Είπαν… 1
«Εντάξει, θα την παραδώσουμε την πόλη, οι αδαείς επείσθησαν, αλλά δεν είναι ανάγκη να σπρώξετε τον κόσμο να χορέψει και "Το χορό του… καναλιού". Κάντε και λίγο κράτει με την ανωνυμοποίηση!»
Είπαν… 2
«Όσοι αρέσκονται με το δικαστικό ρεπορτάζ, θα πρέπει να καλύπτουν και να αποτυπώνουν ενδελεχώς κι όλες τις δραστηριότητες του Γενικού Εισαγγελέα Λουτρακίου.»

Σχολιασμός Νικηφόρου

Προσωπικά από αυτό το μπουκέτο των 75 λέξεων δεν μπόρεσα να καταλάβω το παραμικρό .Του αρέσει του Πανούλη να παίζει με τις λέξεις μια και δεν έχει και τίποτα να γράψει. Πίστευα ότι ο μοναδικός όχι εισαγγελέας αλλά εισαγγελίσκος  του Λουτρακίου ήσουνα εσύ βρε Πανούλη. Τώρα μας μπερδεύεις και πάλι  με αυτό που γράφεις μάλλον αντιγράφοντας εμένα. Αλλά όμως όλους αυτούς του χαρακτηρίζω εισαγγελίσκους  και ποτέ εισαγγελείς.
Αλλά όμως βρε Πανούλη μας είχες ζαλίσει εδώ και δυο χρόνια με μια επιταγή του Δήμαρχου μας που ήταν της τάξεως των 250. ευρώ.
Και ερχόμαστε τώρα εμείς και ρωτάμε   Τα φακελάκια που σας έδινε η κ. Γιαννούλη –λογίστρια --ΤΟΥ ΚΑΖΊΝΟ – πόσο ήταν το ωφέλιμο …φορτίο. Για να μπορείς κ. Πάνο Ηλιακόπουλε να γράφεις όλα αυτά ήδη έπρεπε να είχες μηνύσει  την κ. Γιαννούλη.
Εσύ όμως άφησες το πράγμα μήπως και ξεχαστεί μια και προσφυγή στην δικαιοσύνη δεν  βλέπω να τραβά η ιστορία. .  
Για τον λόγο αυτό σας χαρίζω του ποίημα του Γιώργου Σουρή

Ὁ παιχνιδιάρης
Μοῦ  ἔλεγε ὁ πατέρας μου
πὼς σὰν γενῶ μεγάλος,
ὅλα μου τὰ παιχνίδια
θὰ ρίξω στὰ σκουπίδια
καὶ θἆμαι τότε ἄλλος.

Ἐγὼ δὲν τὸ πιστεύω
πὼς θὲ νὰ μεγαλώσω,
μὰ καὶ παπποὺς ἂν γίνω
ποτὲς δὲν θὰ τ᾿ ἀφήνω
κι ἂν μ᾿ ὅλους πιὰ μαλώσω.

Ἐμπρός, λοιπὸν παιχνίδια,
στὰ ὅπλα! σᾶς φωνάζω...
Ἀπ᾿ τὰ κουτιά σας βγεῖτε
καὶ στὴ γραμμὴ σταθεῖτε,
ἐγὼ σᾶς τὸ προστάζω.

Σεῖς εἶστε κι ἡ χαρά μου
κι ἡ μοναχή μου ἔγνοια.
Ἄχ! πῶς σᾶς καμαρώνω!
Μὲ σᾶς θὰ μεγαλώνω,
μὲ σᾶς θὰ βγάνω γένια.

Μὰ κι ὁ μπαμπὰς σὰν βλέπει
πὼς ἔχω καὶ μουστάκια
καὶ παίζω κι ὁλοένα,
τότε κι αὐτὸς μαζί μου
θ᾿ ἀρχίσει παιχνιδάκια.

Και συμπληρώνω και εγώ «…ζήτω τα κουβαδάκια»